Το Ελληνικό Πανεπιστήμιο έχει σήμερα διττό χαρακτήρα. Η μια πλευρά της εικόνας του συντίθεται από σημαντικές παθογένειες και αναποτελεσματικότητες. Η άλλη πλευρά της εικόνας του Πανεπιστημίου συντίθεται από λειτουργίες υψηλής προστιθέμενης αξίας τόσο σε όρους προαγωγής της έρευνας όσο και αναπαραγωγής και διάδοσης της γνώσης.
Με βάση το παραπάνω η ΑΡΜΕ Πάτρας θεωρεί ότι απαιτούνται σημαντικές παρεμβάσεις που θα ανατρέπουν την εικόνα των αναποτελεσματικοτήτων και θα δίνουν νέα δυναμική στις δραστηριότητες του Δημόσιου Πανεπιστημίου που έχουν θετική αποτίμηση. Σε αυτή την κατεύθυνση ζητάμε την έναρξη ειλικρινών, διάφανων και θεσμικού χαρακτήρα διαδικασιών διαλόγου. Αυτές οι διαδικασίες θα στοχεύουν στη δημιουργία πλαισίου λειτουργίας του Πανεπιστημίου που θα το αποκαταστήσει σαν βασικό μηχανισμό Δημοκρατίας, Κοινωνικής και Οικονομικής Ανάπτυξης και Παραγωγής και Διάχυσης Γνώσης. Ταυτόχρονα επισημαίνουμε το «ύποπτο» τουλάχιστον σημείο εκκίνησης που επικεντρώνεται στην απαξίωση του Δημόσιου Πανεπιστημίου και ιδιαίτερα των Πανεπιστημιακών από την πλευρά του ΥΠΘΔΒΜ.
Σχετικά με τις παθογένειες που προαναφέρθηκαν εκτιμούμε ότι οι ρίζες τους βρίσκονται σε τρεις κατευθύνσεις:
i. Κυρίαρχα στο πολιτικό σύστημα της χώρας που χρησιμοποίησε τα Πανεπιστήμια για την αυτοαναπαραγωγή του και την επίτευξη (μικρο-)πολιτικών επιδιώξεων συγκροτώντας έτσι ένα ιδιαίτερα απεχθές πελατειακό σύστημα. Θεωρούμε ουσιώδες στοιχείο για το διάλογο την αναγνώριση από την Πολιτεία αυτής της κυρίαρχης ευθύνης της. Μέχρι σήμερα δεν έχουμε ακούσει τίποτα προς αυτή την κατεύθυνση.
ii. Στην Πανεπιστημιακή Κοινότητα (Αρχές Διοίκησης, ΔΕΠ, φοιτητές, λοιπό προσωπικό των Πανεπιστημίων) που σε πολλές περιπτώσεις δέχθηκε ή επεδίωξε να παίξει τον ρόλο του «αντισυμβαλλόμενου» στο παραπάνω πελατειακό σύστημα. Η αυτοκριτική μας είναι επίσης σημαντικό στοιχείο της συγκρότησης αποτελεσματικής βάσης για την αντιμετώπιση των σημερινών παθογενειών. Μέχρι σήμερα δεν έχουμε ακούσει τίποτα ούτε προς αυτή την κατεύθυνση.
iii. Στην Ελληνική κοινωνία που «απέδωσε» στα Πανεπιστήμια τον χαρακτήρα του μηχανισμού παραγωγής «πτυχίων» για να τα διαπραγματευθεί στη συνέχεια με το πολιτικό σύστημα σε ένα άλλο επίπεδο πελατειακών σχέσεων. Σε αυτό το σημείο πρέπει να επισημάνουμε επίσης την μεταφορά προτύπων από την Κοινωνία στο Πανεπιστήμιο, αλλά και αντίστροφα, που αντανακλώνται στην έκπτωση της θεσμικής λειτουργίας και διαλόγου, στην κυριαρχία της λογικής του «τσαμπουκά» και της συναλλαγής και της απαξίωσης του κοινωνικού κεφαλαίου. Ούτε οι κοινωνικοί εταίροι έχουν καταθέσει έστω στοιχεία τέτοιας αυτοκριτικής.
Σε σχέση με τις λειτουργίες με θετική αποτίμηση που ανιχνεύονται στο Ελληνικό Δημόσιο Πανεπιστήμιο, εκτιμούμε ότι κατά κύριο λόγο οφείλονται (α) σε «πατριωτικού χαρακτήρα» πρωτοβουλίες Συναδέλφων και Τμημάτων και (β) στην εκμετάλλευση των, έστω λίγων, θετικών στοιχείων που προκύπτουν από το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο όπως αυτό διαμορφώθηκε ιστορικά από την δεκαετία του ’80 και μετά.. Τέτοιες «αυτόνομες» διαδικασίες παρουσιάζουν ήδη, όπως είναι αναμενόμενο και φυσικό, σημαντικά στοιχεία κόπωσης.
Για τον προσδιορισμό των προτεραιοτήτων είναι χρήσιμη και η αποτίμηση των εξελίξεων της τελευταίας πενταετίας. Από τη μια προωθήθηκε νομοθετικό πλαίσιο (Νόμος Γιαννάκου) που δεν απαντούσε, τουλάχιστο ικανοποιητικά, στις πραγματικές ανάγκες των Πανεπιστημίων και δεν έθιγε το σύστημα των πελατειακών σχέσεων (αντίθετα σε κάποιες περιπτώσεις το ενίσχυε). Η αντίδραση της Πανεπιστημιακής Κοινότητας επικεντρώθηκε στην απόρριψη και όχι στην πρόταση της εναλλακτικής λύσης. Το αποτέλεσμα γνωστό. Και οι αναποτελεσματικές παρεμβάσεις θεσμοθετήθηκαν και εφαρμόσθηκαν, και η κατάσταση του Δημόσιου Πανεπιστημίου τουλάχιστον δεν βελτιώθηκε. Από την άλλη, η «αλλαγή» στην ηγεσία της ΠΟΣΔΕΠ δεν κατάφερε να ωθήσει στη διατύπωση της αξιόπιστης εναλλακτικής πρότασης από την πλευρά των Πανεπιστημιακών αλλά αναλώθηκε είτε σε «μικροσυναλλαγές» με το ΥΠΘΔΒΜ είτε σε «αναξιόπιστες μικρές ανταρσίες» όπως αυτές που βιώσαμε με τον περίφημο Θαλή. Αποδείχθηκε κατά τη γνώμη μας ότι πρώτη προτεραιότητα πρέπει να είναι η διατύπωση και η τεκμηρίωση της εναλλακτικής πρότασης για το Πανεπιστήμιο, σε καθεστώς που προάγει το δημοκρατικό διάλογο σε αυτό. Αποδείχθηκε επίσης ότι τα κλειστά Πανεπιστήμια και οι τακτικές που στηρίζονται στην καταγγελία «όλων όσων διαφωνούν σαν μίσθαρνων οργάνων της αντίδρασης» δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να τροφοδοτούν τις δυνάμεις που εκμεταλλεύονται την έκπτωση του Πανεπιστημίου.
Στη σημερινή πραγματικότητα, και σε σχέση με τις απαιτούμενες διαρθρωτικές παρεμβάσεις που απαιτούνται στο Ελληνικό Πανεπιστήμιο, προτάσσουμε τα παρακάτω σαν βασικές Αρχές.
Το Ελληνικό Δημόσιο Πανεπιστήμιο πρέπει να ενισχυθεί όσον αφορά: (α) τη θεσμική του λειτουργία στην κατεύθυνση του αυτοδιοίκητου και (β) με την μεταφορά πόρων σε ένα νέο σύστημα χρήσης τους που θα εγγυάται τη βέλτιστη, διαφανή και κοινωνικά αποτελεσματική χρήση τους.
Το Ελληνικό Δημόσιο Πανεπιστήμιο, ιδιαίτερα σε περίοδο κρίσης, πρέπει να αναγνωρισθεί από την Πολιτεία και την Κοινωνία σαν το βασικό συστατικό του νέου αιτούμενου αναπτυξιακού προτύπου που θα στηρίζεται στην παραγωγή και τη διάχυση της γνώσης στην κοινωνία και την οικονομία.
Ο συνυπολογισμός της Διεθνούς Εμπειρίας είναι πολύτιμος. Ταυτόχρονα όμως εκτιμούμε ότι οι προτάσεις της κυβέρνησης δεν διαπνέονται από μια συνεκτική λογική αναβάθμισης του δημόσιου πανεπιστημίου και πολλές από αυτές δεν λαμβάνουν υπόψη τους την ελληνική κοινωνική πραγματικότητα αλλά αποτελούν μηχανιστική μεταφορά προτύπων που έχουν αναφορά σε άλλα κοινωνικά, οικονομικά, πολιτισμικά και ιστορικά πλαίσια.
Κύριο συστατικό της όποιας αναδιάρθρωσης πρέπει να είναι η ουσιαστική αξιολόγηση και η συνεπαγόμενη κοινωνική λογοδοσία των Πανεπιστημίων. Αυτές οι διαδικασίες πρέπει να εντάσσονται στα πλαίσια τετραετούς προγραμματισμού και να συνεπάγονται την τήρηση των όρων και από την πλευρά της πολιτείας που μέχρι σήμερα έχει αποδειχθεί και σε αυτό το σημείο εξαιρετικά ασυνεπής. Η αξιολόγηση πρέπει να λαμβάνει υπόψη της τις ιδιαιτερότητες των επιμέρους επιστημονικών πεδίων. Η λογοδοσία πρέπει να γίνεται σε ανεξάρτητη αρχή και όλες οι διαδικασίες (διοικητικές-οικονομικές -εκπαιδευτικές- ερευνητικές) πρέπει να είναι πλήρως διαφανείς.
· Η διοίκηση των ιδρυμάτων, η οποία χαράσσει τη μακροπρόθεσμη στρατηγική τους και εγγυάται τον ακαδημαϊκό και αυτόνομο χαρακτήρα τους, πρέπει να είναι ισχυρή και ανεξάρτητη από ομάδες συμφερόντων μέσα και έξω από το πανεπιστήμιο. Η διοίκηση πρέπει να απολαμβάνει της εμπιστοσύνης της πανεπιστημιακής κοινότητας και να διαθέτει δημοκρατική νομιμοποίηση από αυτή.
Με αφορμή τις επικείμενες εκλογές ας ξεκινήσουμε να συζητάμε μέσα και έξω από το Πανεπιστήμιο την εναλλακτική μας πρόταση ώστε τελικά να την αποσαφηνίσουμε και να την τεκμηριώσουμε. Σε αυτή τη διαδικασία είναι κρίσιμο το Πανεπιστήμιο να μείνει ανοικτό και να μετατραπεί σε χώρο ελεύθερου διαλόγου, δημοκρατίας φιλόξενο προς όλες τις απόψεις.
Οι συνάδελφοι που μοιραζόμαστε τους παραπάνω προβληματισμούς αποφασίσαμε, μετά από πολύ σκέψη, να εμπλακούμε στη διαδικασία των εκλογών για την ανάδειξη του νέου ΔΣ του συλλόγου ΔΕΠ του Πανεπιστημίου μας και για τους εκπροσώπους στο 10ο συνέδριο της ΠΟΣΔΕΠ με τα ψηφοδέλτια της ΑΡ.ΜΕ Πανεπιστημίου Πατρών.
ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΤΟ ΨΗΦΟΔΕΛΤΙΟ
Αριστερή Μεταρρύθμιση (ΑΡ.ΜΕ.)
Παράταξη Πανεπιστημιακών Πανεπιστημίου Πατρών
Υποψήφιοι αντιπρόσωποι για 10ο συνέδριο της ΠΟΣΔΕΠ (αλφαβητικά)
Βασίλης Πατρώνης, Τμήμα Οικονομικών Επιστημών
Κώστας Τσεκούρας, Τμήμα Οικονομικών Επιστημών
Υποψήφιοι για το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου ΔΕΠ (αλφαβητικά)
Στέλιος Κουρής, Τμήμα Φυσικής
Στάθης Μπάλιας, Τμήμα Επιστημών της Εκπαίδευσης και της Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία
Βασίλης Πατρώνης, Τμήμα Οικονομικών Επιστημών
Κώστας Τσεκούρας. Τμήμα Οικονομικών Επιστημών
Δημήτρης Χριστοδουλάκης, Τμήμα Μηχ. Η/Υ και Πληροφορικής
Τρίτη 14 Δεκεμβρίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου